Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση Το παράδειγμα της Κρήτης |
Είχαν δίκιο οι Αρχαίοι που πίστευαν ότι το καλό και το κακό βρίσκονται ανάμεικτα στο ίδιο πιθάρι και ότι μαζί με το κακό παίρνεις και το καλό. Αν ήταν σε διαφορετικά πιθάρια, όλοι το καλό θα διάλεγαν και έτσι θα ήταν αλλιώς ο κόσμος. Αλλά όπως παλαιότερα με τη Λέρο, έτσι και τώρα με τα γεγονότα παραβίασης δικαιωμάτων των ασθενών που βγήκαν στην επιφάνεια για τα Χανιά πριν δύο χρόνια, δρομολογήθηκαν αλλαγές και φτάσαμε στην πλήρη αλλαγή του ψυχιατρικού τοπίου. Διότι στα Χανιά δεν υπήρχαν μόνο τα σκάνδαλα· υπήρχε και υπάρχει και μια ουσιαστική, κοπιώδης και μακροχρόνια προσπάθεια για ριζικές αλλαγές στο χώρο της ψυχικής υγείας. Η μεταρρύθμιση στα Χανιά αρχίζει από την δεκαετία του 1980. Υπήρχε ένα κίνημα όλα αυτά τα 15 χρόνια που κατάληξε στις μεγάλες ανατροπές και στην αλλαγή του ψυχιατρικού συστήματος σε όλη την περιφέρεια της Κρήτης. Θα προσπαθήσω πολύ επιγραμματικά να εκτυλίξω τα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτή την αλλαγή. Κατ' αρχήν θα πρέπει να γίνει μια πολύ σύντομη αναφορά για την υπάρχουσα κατάσταση στην περιφέρεια Κρήτης, πριν το κλείσιμο του ψυχιατρείου, αλλά και πριν από το 1990. Στις αρχές λοιπόν της δεκαετίας του 1990, και ενώ είχε αρχίσει να εφαρμόζεται ο κανονισμός της Ε.Κ., ο 815, το ψυχιατρείο Χανίων -το Θ.Ψ.Π.Χ. (Θεραπευτήριο Ψυχικών Παθήσεων Χανίων), όπως ελέγετο- κάλυπτε τις ανάγκες του νησιού σε νοσοκομειακές νοσηλείες, αλλά και σε αιτήματα οποιασδήποτε θεραπείας αφού σε ολόκληρη την περιφέρεια υπήρχαν ελάχιστες δομές. Στο Θ.Ψ.Π.Χ. γίνονταν περίπου 1200 εισαγωγές το χρόνο (οι περισσότεροι ψυχωσικοί και στο 70% ακούσιες νοσηλείες). Εξ' αυτών το 50% προήρχοντο από το Ν. Χανίων, το 25% από το Ν. Ηρακλείου, 15% από το Ν. Ρεθύμνου και το 10% από το Ν. Λασιθίου. Από τους υπόλοιπους νομούς, (πλην του Ν. Χανίων) η πλειοψηφία των εισαγωγών ήταν ακούσιες εισαγγελικές παραγγελίες νοσηλείας (περίπου το 80-90%), ενώ από το Νομό Χανίων οι ακούσιες νοσηλείες δεν ξεπερνούσαν το 40%. Επρόκειτο δηλαδή για «ψευδοακούσιες» νοσηλείες στο Θ.Ψ.Π.Χ. από τους υπόλοιπους νομούς. Οι ασθενείς μεταφέρονταν στο Θ.Ψ.Π.Χ. με την κλούβα του τμήματος μεταγωγών -αφού είχαν παραμείνει για δύο-τρία 24ωρα στο τμήμα μεταγωγών Ηρακλείου σε άθλια κατάσταση- και για να συνέλθουν χρειαζόταν αρκετές ημέρες. Αυτό λοιπόν το απαράδεκτο καθεστώς που υπάρχει ακόμα στην περιφέρεια, το οποίο προσβάλλει όχι μόνον την ψυχιατρική αλλά και τον πολιτισμό και τις ανθρώπινες αξίες, το ψυχιατρικό σύστημα και οι λειτουργοί του αλλά και η πολιτεία και τα όργανά της το «κλείνουν σε παρένθεση», κάνουν πως δεν το βλέπουν. Στο Θ.Ψ.Π. Χανίων λοιπόν νοσηλευόταν ο μεγάλος όγκος των ψυχωσικών ασθενών. Δεν υπήρχε καμιά τομεοποίηση αφού όλοι οι νομοί αναφέρονται στο ψυχιατρείο όταν πρόκειται για νοσοκομειακή νοσηλεία, αλλά τούτο εξακολούθησε να ισχύει, και όταν ακόμη το Ηράκλειο απέκτησε ψυχιατρική κλινική στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Η ψυχιατρική κλινική του ΠΑΓΝΗ ακολούθησε την «πεπατημένη». Επέλεγε, διαχώριζε, ξεχώριζε ποιους ασθενείς να κρατήσει για νοσηλεία και ποιους θα παραπέμψει για το Άσυλο της Σούδας. Στην πράξη, σχεδόν όλοι οι ψυχωσικοί παραπέμπονται στο ψυχιατρείο για νοσηλεία, ενώ στην κλινική του ΠΑΓΝΗ εισάγονταν για θεραπεία ελαφρές περιπτώσεις, νευρωσικοί, ή περιστατικά που κρίνονταν από τους ψυχιάτρους ως «κατάλληλα» για νοσηλεία στο Γενικό Νοσοκομείο. Έτσι, σιγά-σιγά και από την αρχή στην Κρήτη είχε εμπεδωθεί και είχε λειτουργήσει το λεγόμενο «παράλληλο μοντέλο», με επιλογές περιστατικών. Αυτό βεβαίως είχε επεκταθεί και στη λειτουργία και άλλων δομών, όπως στα Κέντρα Ψυχικής Υγείας. Αυτή η κατάσταση δεν αμφισβητείτο πλέον, δεν υπήρχε «κίνημα» που να ζητάει αλλαγές και δεν υπήρχε αυτό που λέγεται θεραπευτική συνέχεια. Υπήρχαν ασθενείς που ξεκινούσαν από το Νομό Λασιθίου και έρχονταν στα Χανιά για να πάρουν μια συνταγή ψυχιάτρου, ξοδεύοντας τη μισή σύνταξη του Ο.Γ.Α. Από την άλλη μεριά, χρειάζεται κανείς να κάνει μια πολύ σύντομη περιγραφή για το τι υπήρχε εντός των τειχών. Ποια ήταν η κατάσταση μέσα στο Ψυχιατρείο. Αυτό που πολύ ευφυώς (για να μην απαξιώνουμε τη δουλειά μας και το πρόσωπο μας) εμείς οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας αποκαλούμε νοσοκομειακές κλίνες αποτελεί μια απάτη. Δεν επρόκειτο για συνθήκες νοσοκομειακές, αυτό που γινόταν μέσα στο Θ.Ψ.Π.Χ. αλλά και μέσα σε όλα τα ελληνικά ψυχιατρεία, αλλά για συνθήκες μεσαίωνα. Δεν είναι της ώρας αυτή η συζήτηση, αλλά νομίζω ότι οι εικόνες, οι συνθήκες, οι πεποιθήσεις και οι συμπεριφορές που επικρατούν μέσα στα ελληνικά ψυχιατρεία είναι σε όλους γνωστές. Είναι άλλη ιστορία το πώς και το γιατί οι ψυχίατροι κλείνουν αυτό το θέμα σε παρένθεση. Μόνο σε μέτρα περιορισμού ελευθεριών και δικαιωμάτων να αναφερθεί κανείς -που όλα αυτά τα μέτρα δεν αποτελούν ποινικά αδικήματα- φτάνει για να ενοχοποιήσει την ψυχιατρική για αυτή της τη διαμεσολάβηση. Οι πολιτικοί εντωμεταξύ αναπτύσσουν μια απίστευτη διγλωσσία, διακηρύσσουν την ψυχιατρική μεταρρύθμιση απ' τα μπαλκόνια, κλείνουν το ψυχιατρείο Χανίων στα λόγια, αλλά πρακτικά σχεδιάζουν το αντίθετο. Στα Χανιά απ' το 1989 έως το 2004 όσοι πρόεδροι πέρασαν από το Θ.Ψ.Π.Χ. ήσαν όλοι -ανεξαιρέτως χρώματος- φανατικοί πολέμιοι της μεταρρύθμισης. Αλλά βλέπετε αυτό το εμπόρευμα αποφέρει μεγάλα κέρδη. Πρόκειται για το εμπόριο των ελπίδων. Αγοράζει κανείς φτηνά και πουλάει πανάκριβα. Πολύ σύντομα και πολύ επιγραμματικά θέλω να αναφερθώ στους όρους, τις αιτίες και τις προϋποθέσεις της μεταρρύθμισης στα Χανιά. Τι έπαιξε ρόλο που έγινε αυτή η αλλαγή στα Χανιά; Διότι σήμερα που μιλάμε υπάρχει μια ολόκληρη περιφέρεια που λειτουργεί για περισσότερο από 1 χρόνο χωρίς ψυχιατρείο. Κατά τη γνώμη μου στην Ελλάδα αποτελεί μοναδική περίπτωση. Το ψυχιατρείο δεν υπάρχει πλέον. Ο χώρος της ψυχιατρικής φροντίδας άλλαξε. Ένα δίκτυο δομών αρχίζει να δημιουργείται, η τομεοποίηση αρχίζει να λειτουργεί, σιγά-σιγά αλλάζουν οι πεποιθήσεις και οι συμπεριφορές των επαγγελματιών ψυχικής υγείας (το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι τα μυαλά των ψυχιάτρων αλλάζουν πολύ δύσκολα σε σχέση με τους υπόλοιπους επαγγελματίες). Θέλουμε και φιλοδοξούμε να ζήσουμε ένα σύστημα ψυχιατρικής φροντίδας που να σέβεται τον άρρωστο άνθρωπο και τις ανάγκες του, μια ψυχιατρική φιλελεύθερη, ανοιχτή, δημοκρατική, θεραπευτική, χωρίς ψυχιατρείο, χωρίς εγκλεισμό και στιγματικές διαγνώσεις, μια ψυχιατρική που θα ασκείται στο πεδίο της ελευθερίας και των δικαιωμάτων. Η εμπειρία των Χανίων έδειξε ότι μια τέτοια ψυχιατρική δεν είναι ουτοπία. Μπορεί να πραγματωθεί. Και ας άρχισαν οι Κασσάνδρες να προσπαθούν να μας πείσουν ότι αυτό που ήδη κάναμε στα Χανιά δεν μπορεί να γίνει. Τους απαντάμε ότι: «Αυτό που έγινε στην κλίμακα ενός νομού και μιας περιφέρειας μπορεί να γίνει σε όλη την Ελλάδα». Αυτό δείχνει η εμπειρία των Χανίων. Τέσσερις είναι οι λόγοι που κατά τη γνώμη μου οδήγησαν στην Κρήτη σε αυτή τη βαθιά, δομική αλλαγή στο χώρο της ψυχιατρικής φροντίδας: α. Η ύπαρξη ενός κινήματος που ζητούσε αλλαγή. Η ύπαρξη ενός κινήματος πού ευνοούσε τον όρο ψυχιατρική μεταρρύθμιση με την ριζοσπαστική εκδοχή της. Δηλαδή αντικατάσταση του Ασύλου με ένα δίκτυο κοινοτικών δομών, το οποίο στα πλαίσια του τομέα θα απαντά σε κάθε ψυχιατρικό αίτημα χωρίς παραπομπές, χωρίς επιλογές και διακρίσεις. Διότι βεβαίως είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πάρα πολλές εκδοχές του όρου ψυχιατρική μεταρρύθμιση. Σε αυτό το στόχο μείναμε σταθερά προσηλωμένοι όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό άλλαξε την κουλτούρα μέσα στον χώρο του ψυχιατρείου. Δημιουργήθηκε ένα κίνημα σιγά σιγά που ζητούσε αλλαγή, ασκούσε κριτική στο Άσυλο, μιλούσε για τα δικαιώματα των εγκλείστων, και για την ανάγκη ανατροπών. Διαμόρφωσε έτσι μια σειρά επαγγελματιών με μεταρρυθμιστική, αποκαταστασιακή κουλτούρα και είναι αυτοί οι άνθρωποι που στήριξαν και διαμόρφωσαν τις εξελίξεις και δημιούργησαν την αλλαγή. Επομένως, η ύπαρξη κινήματος και επαγγελματιών με ριζοσπαστικές ανατρεπτικές ιδέες είναι ένας από τους ουσιώδεις λόγους της αλλαγής. β. Μέσα από τη δεκαπενταετή προσπάθεια είχαμε διαμορφώσει ένα «επιχειρησιακό σχέδιο για την αλλαγή» που περιλάμβανε όχι μόνο τι έπρεπε να γίνει μέσα στο Θ.Ψ.Π.Χ. για να γίνει η αποδόμησή του, αλλά και τι έπρεπε να γίνει εκτός και όχι μόνον στα Χανιά αλλά σε ολόκληρη την Κρήτη. Ολόκληρο αυτό το επιχειρησιακό σχέδιο που είχε νομιμοποιηθεί και είχε αποτελέσει απόφαση και θέση της Τ.Ε.Ψ.Υ. (Τομεακή Επιτροπή Ψυχικής Υγείας) Χανίων, η τελευταία Διοίκηση του Θ.Ψ.Π.Χ. το υιοθέτησε, διείδε την αξία του και τη χρησιμότητά του και το έβαλε μπρος. Με βάση αυτό το σχέδιο πορευτήκαμε τα τελευταία 2 χρόνια. Ήταν ένα σχέδιο που τελικά ήταν μια εξειδίκευση των γενικών επιλογών του υπουργείου, που όμως το υπουργείο ούτε πίστευε ούτε πιστεύει. Βεβαίως, αυτό ηχεί σαν παράδοξο αλλά είναι αλήθεια. γ. Ένας τρίτος λόγος ήταν η ανάδυση των σκανδάλων. Όπως παλαιότερα στη Λέρο, έτσι και τώρα στα Χανιά, και έτσι πιθανόν αύριο σε κάποιο άλλο ψυχιατρείο, η ανάδυση των σκανδάλων αλλάζει την «αρχιτεκτονική της εξουσίας». Η καθεστηκυία τάξη διαταράσσεται, γίνεται αναδιανομή της εξουσίας, οι ψυχίατροι ως θεματοφύλακες της Ασυλικής τάξης χάνουν την πρωτοκαθεδρία. Καμιά αλλαγή δεν μπορεί να γίνει μέσα στο ψυχιατρείο χωρίς αλλαγή της δομής της εξουσίας. δ. Ένας τέταρτος λόγος ήταν η συγκεκριμένη διοίκηση στο Θ.Ψ.Π.Χ. Ο Διοικητικός μηχανισμός όταν λειτουργεί σαν μηχανισμός μετατροπής νομιμοποιημένων επιλογών σε αγαθά και υπηρεσίες, όπως λειτούργησε στα Χανιά τα τελευταία 2 χρόνια, μπορεί να δρομολογήσει αλλαγές. Αλλά τις περισσότερες φορές οι Διοικήσεις ή διαχειρίζονται την καθημερινότητα του ψυχιατρείου ή αποτελούν μακρείς βραχίονες της εξουσίας για εξυπηρέτηση των ημετέρων. Χωρίς διοίκηση με σκοπούς και στόχους, οι ιδέες μας θα έμεναν εσαεί στη σφαίρα των ιδεών και εμείς στην αυτάρεσκη πληρότητά μας. Όμως, θέλω να τονίσω ότι το κλείσιμο του Θ.Ψ.Π.Χ. η ΝΔ το πιστώθηκε χωρίς να το πιστεύει και εισέπραξε πολιτικά χωρίς να δώσει κανένα επί πλέον πόρο. Ούτε βεβαίως το ΠΑΣΟΚ το πίστευε, γι' αυτό άλλωστε τόσα χρόνια δεν το πραγμάτωσε. Αλλά και τα κόμματα της αριστεράς –μιλώντας για την Κρήτη- είχαν από αδιάφορη και επιφυλακτική έως αρνητική στάση. Κάνοντας μια πολύ σύντομη αναδρομή στην περίοδο του μεταρρυθμιστικού κινήματος στην Κρήτη, θέλω να εστιάσω πολύ επιγραμματικά όχι στην ιστορία (γιατί ο χρόνος δεν το επιτρέπει) αλλά στη φιλοσοφία του κινήματος. Σε ολόκληρη τη δεκαπενταετία που πέρασε: Πραγματοποιήσαμε αναρίθμητες εκδηλώσεις, εντός του ψυχιατρείου αλλά και εκτός, με στόχο να αποκτήσουμε συμμάχους για τις μάχες που θα έρχονταν αλλά και για να ευαισθητοποιήσουμε την κοινότητα στα αιτήματα της μεταρρύθμισης. Αρχίσαμε να μιλάμε για την ανάγκη μιας ψυχιατρικής των αναγκών και όχι των συμπτωμάτων, αρχίσαμε να κάνουμε κριτική στο Ίδρυμα και στην αντιθεραπευτικότητα του Ασύλου. Είδαμε πολύ νωρίς την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός κινήματος αλλαγών και την ανάγκη διαμόρφωσης συσχετισμών. Επικεντρώσαμε στο πεδίο της ελευθερίας, ως μοναδικού πεδίου θεραπείας. Μιλούσαμε για τη διπλή φύση της ψυχοπαθολογίας (της ψυχοπαθολογίας της αρρώστιας και της ψυχοπαθολογίας του Ασύλου). Κριτικάραμε τον όρο της «επικινδυνότητας». Μιλούσαμε για την ανάγκη μιας αποκαταστασιακής ψυχιατρικής. Τη δράση μας πολλές φορές χαρακτήριζαν ριζοσπαστικές, ενίοτε και προκλητικές, συμπεριφορές για να προκαλούμε συζητήσεις στο χώρο. Άρχισε λοιπόν μια έντονη κινητικότητα ιδεών. Άρχισε να αμφισβητείται το Άσυλο ως χώρος και τρόπος θεραπείας. Άρχισε να αμφισβητείται «το ανίατο» της ψυχικής ασθένειας. Κάναμε πάρα πολλές παρεμβάσεις στους χώρους και στις λειτουργίες. Αυτή την περίοδο διαμορφώθηκαν μια σειρά αποκαταστασιακά στελέχη, που αργότερα ανέπτυξαν δράσεις και έπαιξαν ρόλο στη μεταρρύθμιση. Η δράση μας αποτέλεσε ένα ζωντανό χώρο, ένα εργαστήριο αποϊδρυματισμού, όπου μεταβολίστηκαν οι πιο γόνιμες ιδέες για το χώρο. Πέραν του ότι βέβαια ήταν ένας χώρος όπου οι ασθενείς ζούσαν σαν ελεύθεροι, αυτόνομοι, αυτεξούσιοι άνθρωποι. Έτσι ο χώρος της δραστηριότητάς μας αποτέλεσε ένα «αντιπαράδειγμα» για ολόκληρο το Ασυλικό τοπίο. Θα χρειάζονταν πολλές-πολλές σελίδες για να περιγράψω τις δράσεις όλης αυτής της περιόδου. Ήταν πάντως ένας χώρος και ένας τρόπος που το «φως εκείνης της περιόδου δεν ήταν δανεικό», όπως λέει και ο F. Pessoa σε ένα στίχο του. Εκείνη την περίοδο μπήκαν οι βάσεις για ότι μετέπειτα ακολούθησε. Τότε οι ιδέες του ξενώνα, του οικοτροφείου, του θεραπευτικού διαμερίσματος ξένιζαν και φόβιζαν. Ο ρόλος της εργασίας περιοριζόταν στα πλαίσια της ιδρυματικής εργασιοθεραπείας ή στα πλαίσια της μαύρης, απλήρωτης εργασίας, που γινόταν στα τμήματα. Αυτή την ίδια περίοδο της «επανένταξης» λειτούργησαν και οι πρώτες θεραπευτικές συνεταιριστικές μονάδες και τα 2 πρώτα θεραπευτικά διαμερίσματα. Οι ασθενείς της «επανένταξης» κατοίκησαν σε 2 διαμερίσματα έξω στην πόλη των Χανίων και μαζί με άλλους ασθενείς εργάζονταν στις ΘΕ.ΣΥ.ΜΟ. Οι Θεραπευτικές Συνεταιριστικές Μονάδες ήταν: 1 θερμοκήπιο, 1 αργαλειός-ραφείο, 1 ξυλουργείο, 1 καφενείο στην πόλη (η «5η εποχή»), 1 καφέ μέσα στο χώρο του Θ.Ψ.Π.Χ. («Η θαυματουργία»), ένα δεύτερο καφέ («Το σύννεφο με παντελόνια»), το οποίο λόγω έλλειψης προσωπικού λειτούργησε για λίγο διάστημα, 1 καλλιτεχνικό εργαστήριο, 1 κατάστημα με είδη δώρων. Στο πλέγμα των ΘΕ.ΣΥ.ΜΟ. την εποχή της ακμής απασχολούνταν πάνω από 30-40 ασθενείς. Ήταν γι' αυτούς μια μόνιμη αμειβόμενη θέση εργασίας. Πέρα από αυτό όμως οι ΘΕ.ΣΥ.ΜΟ. λειτουργούσαν και σαν ένα ζωντανό παράδειγμα ότι αρρώστια και ανικανότητα για εργασία δεν πάνε παράλληλα, ότι μπορεί ο ασθενής να εργαστεί και να είναι παραγωγικός. Πού βρισκόμαστε σήμερα, 2 χρόνια μετά την έναρξη του σχεδίου και 1 χρόνο μετά το κλείσιμο του Θ.Ψ.Π.Χ.; Όλοι θέλουν να αποδείξουν ότι το νέο είναι ουτοπία∙ το αίτημα της αναγκαιότητας του Ασύλου επανέρχεται δολίως στην καθημερινή πράξη. Η κριτική στη σημερινή κατάσταση έρχεται από πολλές πλευρές και με διάφορα κίνητρα. Υπάρχουν οι αφελείς που δεν βλέπουν την απόσταση που υπάρχει από τα χθεσινά άθλια τμήματα των χρόνιων, όπου ζούσαν κάτω από απερίγραπτες συνθήκες 250 ασθενείς και σήμερα ζουν σε 17 στεγαστικές δομές στην πόλη. Ασφαλώς όλες οι δομές δεν λειτουργούν αποκαταστασιακά. Όμως οι σημερινές συνθήκες δεν έχουν καμία σχέση με το παρελθόν. Υπάρχουν άλλοι που δεν κινούνται στη σφαίρα της άγνοιας και της αφέλειας, αλλά στο πεδίο των αντιστάσεων στην αλλαγή σε ένα επίπεδο μη συνειδητό. Οι ιδρυματικές άμυνες βγαίνουν καθημερινά στην επιφάνεια με ιδιαίτερη ένταση. Το σύστημα μετά την εσωστρέφεια αντιδρά με επίθεση για να ακυρώσει την αλλαγή. Υπάρχουν τέλος οι πονηροί, αυτοί που έχουν όφελος από τη διατήρηση των παλιού. Ένα ολόκληρο πλέγμα συμφερόντων κινείται γύρω-γύρω από τη λειτουργία ενός ψυχιατρείου. Αν πράγματι θέλουμε μια ψυχιατρική χωρίς ψυχιατρείο οφείλουμε να στηρίξουμε την υπόθεση της Κρήτης, σαν ένα παράδειγμα που μας αφορά όλους. Αν αποτύχει το πείραμα στην Κρήτη, πουθενά αλλού δεν θα δοκιμαστεί ξανά εύκολα. Η τομεοποίηση και οι κοινοτικές δομές, οι εναλλακτικές του εγκλεισμού που σιγά-σιγά θα εμπεδώσουν τη νέα κουλτούρα, πρέπει να στηριχθούν. Και πρώτα-πρώτα από την πολιτική ηγεσία. Το υπουργείο να πάψει να απεργάζεται σχέδια «μεταρρύθμισης της μεταρρύθμισης», να πάψει να θεωρεί την ιδέα υπέρβασης του ψυχιατρείου σαν «ένα διαρκές έγκλημα που συντελείται τα τελευταία 20 χρόνια», να αγνοήσει τις προτάσεις της «επιτροπής της Ε.Ψ.Ε.» που προσπαθούν να μας πείσουν ότι η περίπτωση της Κρήτης δεν υπάρχει υιοθετώντας και προβάλλοντας τις αλλαγές για το αόρατο μέλλον, να πάψει να θεωρεί την περίπτωση της Κρήτης «σαν μια ζεστή πατάτα που βρέθηκε στα χέρια του» ή να θεωρεί πως η μεταρρύθμιση θα γίνει με τη βοήθεια του Θεού δίδοντας δράσεις στην εκκλησία και να προχωρήσει αποφασιστικά. *Να καταργήσει τον οργανισμό του Θ.Ψ.Π.Χ. και να ψηφίσει ένα νέο οργανισμό, ένα νέο Ν.Π.Δ.Δ., που θα περιλαμβάνει σαν αποκεντρωμένες μονάδες του όλες τις συσταθείσες δομές, το Κ.Ψ.Υ. και όποια άλλη δομή και δράση συσταθεί με εξασφάλιση όλων των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων. * Να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση όλων των στεγαστικών δομών και των λειτουργικών εξόδων, ενώ παράλληλα να εξασφαλίσει πόρους για την ανάπτυξη του δικτύου σε όλη την Κρήτη. *Αν δεν το κάνει αυτό πρακτικά υπονομεύει το εγχείρημα, αφού σε λίγα χρόνια η ανάδυση του αιτήματος επαναλειτουργίας του Ασύλου θα έλθει σαν αναγκαιότητα που όμως το υπουργείο θα έχει προκαλέσει, μην εξασφαλίζοντας τους πόρους. *Να προχωρήσει στην απόδοση των εγκαταστάσεων για ανάπτυξη εκπαιδευτικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων, δίδοντας στον ΚοιΣΠΕ τα έσοδα από κάποιες λειτουργίες. *Να προχωρήσει στην ανάπτυξη Κ.Ψ.Υ. και Ψ.Τ.Γ.Ν. (Ψυχιατρικών Τμημάτων Γενικών Νοσοκομείων) όπου μέχρι τώρα δεν έχει γίνει στη υπόλοιπη Κρήτη με απίθανες δικαιολογίες και κωλυσιεργίες. *Στο Βενιζέλειο πρέπει να λειτουργήσει ένα δεύτερο ψυχιατρικό τμήμα για την κάλυψη του νομού, όπως επίσης και στο νομό Λασιθίου και Ρεθύμνου. *Να ψηφίσει στο Δ.Σ. τον κανονισμό λειτουργίας των δομών, να δώσει το θεραπευτικό κίνητρο και να στηρίξει την αποκαταστασιακή προσπάθεια των στεγαστικών δομών για να μην εκφυλιστούν σε ιδρυματικά μορφώματα στην κοινότητα. Μια πολιτική ανάγνωση επιβάλλει να ρωτήσουμε το υπουργείο, αν υιοθετεί το κλείσιμο του Ψυχιατρείου Χανίων και αν ναι, γιατί δεν προχωρεί στα αναγκαία και επιβαλλόμενα θεσμικά μέτρα για τη λειτουργία και την θεσμική κατοχύρωση του νέου πλαισίου; Το εγχείρημα για μια ψυχιατρική χωρίς ψυχιατρείο είναι εδώ και 1 χρόνο μια πραγματικότητα στην Κρήτη. Μπορεί να έχει μια ιδεολογική υπεροχή και μια επιστημονική τεκμηρίωση, αλλά δεν έχει μια «πολιτική» νομιμοποίηση και αυτό είναι το πρόβλημα και ο μεγάλος κίνδυνος παλινδρόμησης. Όσοι στοιχίζονται με την μεταρρύθμιση –και επομένως θέλουν μια ψυχιατρική χωρίς ψυχιατρείο- οφείλουν να υπερασπίσουν την περίπτωση της Κρήτης, την τομεοποιημένη ψυχιατρική, την αποκαταστασιακή ψυχιατρική. Καλούμε εθελοντές να έλθουν να δουν από κοντά, να δουλέψουν μαζί μας, να ζήσουν την εμπειρία. Και πράγματι αυτό γίνεται. Έρχονται εθελοντές από Πάντειο, από Θεσσαλονίκη και από αλλού, δουλεύουν μαζί μας, μας μεταφέρουν την ματιά τους, τις παρατηρήσεις τους και αυτό είναι πολύ χρήσιμο. O χώρος της ψυχιατρικής φροντίδας στην Κρήτη άλλαξε. Το ψυχιατρείο δεν υπάρχει πλέον. Ένα δίκτυο κοινοτικών δομών το οποίο πρέπει ασφαλώς να συμπληρωθεί και να επεκταθεί σε όλους του νομούς τείνει να αντικαταστήσει αυτό που «προσέφερε ως θεραπεία» το Άσυλο. Στην Κρήτη δεν δοκιμάζεται μόνο η περίπτωση του ψυχιατρείου Χανίων. Δοκιμάζεται η πραγμάτωση μιας ψυχιατρικής ριζοσπαστικής, ανοιχτής, χωρίς περιορισμούς και καταπίεση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ασφαλώς υπάρχουν λάθη, παραλείψεις και δράσεις που πρέπει να διορθωθούν. Οι ματαιώσεις ήταν και είναι πολλές, αλλά το όραμα για μια ψυχιατρική που έχει στο κέντρο της προσοχής της τον άρρωστο και τις ανάγκες του κρατά κάθε επαγγελματία ενεργητικό, δραστήριο, διορατικό και αποτελεσματικό. Γιατί είναι οι εργαζόμενοι που δημιούργησαν αυτή τη θεμελιώδη αλλαγή. Τη μετάβαση από το κλειστό στο ανοιχτό σύστημα ψυχιατρικής φροντίδας. Είναι αυτοί που προσφέροντας την αξιοσύνη τους και τη μεγάλη τους διαθεσιμότητα άλλαξαν το τοπίο. Η νέα κατάσταση της «σφαιρικής φροντίδας» απαιτεί μεγαλύτερη διαθεσιμότητα και περισσότερη δουλειά από τους επαγγελματίες. Η ιδρυματική ψυχιατρική έδινε ένα άθλιο κρεβάτι στον άρρωστο. Η νέα ποιότητα απαιτεί να βρίσκουμε λύσεις για τον ασθενή, οι οποίες θα τον στηρίζουν στην κοινότητα και στη εργασία του. Ζούμε σε μια εποχή όπου οι μειοψηφίες εξορίζονται στο περιθώριο. Οι ψυχικά ασθενείς, ως μειονότητα που «δεν μπορεί να διεκδικήσει το δικαίωμά της», είναι εύκολο να πληγούν. Υπάρχει πραγματικά κίνδυνος οι πόροι να μειωθούν και τότε το αποτέλεσμα θα είναι οδυνηρό. Χωρίς πόρους το δίκτυο κοινοτικών δομών δεν μπορεί να ολοκληρωθεί, το ανοιχτό σύστημα ψυχιατρικής φροντίδας δεν μπορεί να αποδώσει και τότε θα δυναμώσουν εκ νέου οι ασυλικές απόψεις. Αλλά το ουσιώδες διακύβευμα της μεταρρύθμισης είναι η αλλαγή του ψυχιατρικού παραδείγματος. Είναι η αλλαγή του νοσοκομειοκεντρικού μοντέλου με στροφή στην κοινότητα μέσω της οργάνωσης ενός δικτύου υπηρεσιών στα πλαίσια του τομέα, που προλαβαίνει την κρίση, επινοεί λύσεις ριζικά εναλλακτικές του εγκλεισμού, περιορίζει την προσφυγή στην νοσοκομειακή νοσηλεία, παρέχει φροντίδα και στήριξη του πάσχοντα μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο. Από το νοσοκομείο στην κοινότητα, και από την απλοποιητική απάντηση του εγκλεισμού στην συνοδοιπορία με το πάσχον κοινωνικό υποκείμενο. Χρειάζεται η ψυχιατρική λοιπόν να απαλλαγεί απ' τα «επιστημονικά της στερεότυπα» και να «διαλύσει τις κατασκευές» του χρόνιου, του διεγερτικού, του επικίνδυνου. Διότι ο «επικίνδυνος τρελός» που ο πολύς κόσμος πιστεύει κατ' αρχάς είναι μια κατασκευή της ψυχιατρικής, βοηθούντος και του τρόπου που πολλές φορές το θέμα προβάλλεται από τα ΜΜΕ. Τον άρρωστο που περιορίζουμε, καθηλώνουμε, απομονώνουμε, διακομίζουμε με την κλούβα των μεταγωγών, τον χαρακτηρίζουμε, τον καθορίζουμε συγχρόνως με έναν έντονα στιγματιστικό τρόπο ως αλλόκοτο, επικίνδυνο, απρόβλεπτο. Συνεπώς η αρνητική στάση του μη ειδικού είναι αναμενόμενη. Να γιατί αυτό που εμείς οι ειδικοί λέμε ευαισθητοποίηση του γενικού πληθυσμού σε θέματα ψυχικής υγείας περισσότερο αποτελεί ένα μηχανισμό κάλυψης των δικών μας ευθυνών παρά εργαλείο για πραγματική αλλαγή και αποδοχή του διαφορετικού. Η ψυχιατρική δεν χρειάζεται να λέει αλλά να πράττει διαφορετικά. Πρέπει να αποβάλλει πρακτικές και λειτουργίες εγκλεισμού και βίας, οι οποίες συμβάλλουν στη διάχυση μιας «κουλτούρας φόβου» που τρέφεται από τη διόγκωση των κινδύνων και την επινόηση μέτρων ελέγχου και καταστολής για την ασφάλεια των πολιτών. Η μικρή ομάδα των ψυχωτικών ασθενών -που δεν παρακολουθούνται ψυχιατρικά και που αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου για τέλεση αξιόποινων πράξεων- γίνεται ακόμη πιο μικρή, όταν το σύστημα είναι ανοιχτό, κοινοτικό, ευέλικτο, με φιλικότητα προς τους χρήστες των υπηρεσιών και μεγαλύτερη προσβασιμότητα. Συνεπώς, λογικό είναι να συμπεραίνει ο καθένας ότι αυτό που αποκαλούμε «επικινδυνότητα» στην ψυχιατρική και που σαν έννοια δεν έχει επιστημονική τεκμηρίωση, θα μειώνεται σε ένα δίκτυο κοινοτικών δομών και υπηρεσιών. Ισχυρίζομαι πως η ψυχιατρική λειτουργεί με πολλά στερεότυπα ή θεραπευτικά αξιώματα. Μπορεί κανείς άραγε να πορευτεί με το αντίθετό τους; Μπορούμε να ακυρώσουμε το ψυχιατρικό παράδειγμα και να λειτουργήσουμε με ένα άλλο, ακόμη και το αντίθετο του; Θα χρησιμοποιήσω μόνο μερικές έννοιες από την καθημερινή ψυχιατρική. Όταν πριν από 8 χρόνια ανέλαβα τη Δ/νση της 3ης ψυχιατρικής κλινικής του Θ.Ψ.Π.Χ., λόγω της ανακατανομής των χώρων και των τμημάτων η κλινική μας δε διέθετε τμήμα χρόνιων ανδρών. Είχαμε ένα μόνο τμήμα χρόνιων γυναικών. Το 6Α γυναικών όπου διέμεναν 58 γυναίκες με πολλά χρόνια νοσηλείας, χαμηλή λειτουργικότητα, υπό συνθήκες στέρησης, κάτω από καθεστώς περιορισμού ελευθεριών και δικαιωμάτων και με το πρόσχημα της θεραπείας, υφίσταντο τη βία του ολοπαγούς ιδρύματος. Όμως, ήμουν σχεδόν τρομοκρατημένος διότι η κλινική δεν διέθετε τμήμα χρόνιων ανδρών. Λοιπόν τι θα κάναμε με τους χρόνιους άνδρες που θα είχαμε στο μεταξύ; Μια σκέψη να γίνει το τμήμα χρόνιων μεικτό εγκαταλείφθηκε λόγω ελλείψεως αρρένων νοσηλευτών. Οχτώ χρόνια δουλέψαμε σαν κλινική. Στα 8 χρόνια δεν έμεινε κανένας άνδρας μέσα, πλην δύο που νοσηλεύσαμε στο τμήμα με επ' αόριστον εγκλεισμό. Κανείς από τους ασθενείς μας δεν έμεινε μέσα στο ψυχιατρείο. Γιατί; Γιατί κάθε φορά που έμπαινε κάποιος για νοσηλεία, έχοντας χάσει όλους τους στηρικτικούς υποδοχείς και υπήρχε κίνδυνος να μένει ως έγκλειστος στο ψυχιατρείο, συγκεντρωνόταν η ψυχιατρική ομάδα και έλεγε: Για αυτόν τον άρρωστο πρέπει να βρούμε μια λύση. Και δεν το αναφέρω αυτό για να πω πόσο καλοί επαγγελματίες είμαστε, αλλά για να τονίσω ότι η πραγματική ζωή έχει πιο πλούσιο ρεπερτόριο από τις λύσεις που μπορεί να δώσει το μυαλό του ψυχιάτρου. Βρίσκαμε τη λύση επειδή στο μυαλό μας δεν είχαμε την επιλογή της αποθήκης (του τμήματος χρόνιων) δηλαδή τη θεραπευτική απραξία, τον πραγματικό ψυχιατρικό Καιάδα. Χωρίς προσωπικό, χωρίς θεραπευτικό πρόγραμμα, χωρίς στόχους και προοπτική. Αν είχαμε το χώρο του τμήματος χρόνιων, αν δεν είμαστε προσηλωμένοι στο θεραπευτικό στόχο ότι «ακόμη και ο πιο διαταραγμένος έχει ένα δρόμο που τον οδηγεί στην αυτονομία και στην ελεύθερη κοινωνική ζωή», όλα αυτά τα χρόνια πολλούς χρόνιους θα είχαμε κατασκευάσει. Αν οι αρχές αποκατάστασης δεν είναι κάτι που πρέπει να εφαρμόζεται στους παλιούς ασθενείς μετά πολλά χρόνια νοσηλείας, αλλά είναι κάτι που πρέπει να υπάρχει ως πυρηνικό στοιχείο οποιασδήποτε θεραπευτικής στρατηγικής απ' την αρχή της διάγνωσης, τότε δεν θα μιλούσαμε για χρονιότητα με τους ίδιους όρους που μιλάμε σήμερα. Διότι τι τύχη μπορεί να έχει ένας άρρωστος που μετά τη δεύτερη επίσκεψη του στην πανεπιστημιακή κλινική παίρνει την άγουσα προς κάποιο ψυχιατρείο και μετά από μερικά χρόνια την οδό προς κάποιο άθλιο κρεβάτι σε κάποιο θάλαμο χρόνιων, γνωρίζοντας την πλήρη απαξίωση και τον πλήρη εξευτελισμό σαν πρόσωπο; Κάτω από μια τέτοια προβληματική το πρόβλημα της χρονιότητας είναι μια κατασκευή της ψυχιατρικής περισσότερο παρά μια πραγματική κατάσταση. Ας πιάσουμε τώρα το πρόβλημα του ανήσυχου και διεγερτικού ασθενούς. Ποιος είναι ο ανήσυχος και διεγερτικός ασθενής; Πριν ένα χρόνο, όταν έκλεισε το Θ.Ψ.Π.Χ. και η ψυχιατρική κλινική του ΠΑΓΝΗ στα πλαίσια της τομεοποίησης θα αναλάμβανε το σύνολο της νοσοκομειακής νοσηλείας του τομέα (νομού Ηρακλείου), ήλθαν 2-3 ομάδες νοσηλευτών από το ΠΑΓΝΗ στο Θ.Ψ.Π.Χ. για να αποκτήσουν εμπειρία στο χειρισμό και την αντιμετώπιση ανήσυχων και διεγερτικών ασθενών, ασθενών για νοσηλεία με εισαγγελική παραγγελία κλπ. Ήλθαν να δουν καθηλώσεις, απομονώσεις, φοβερά και τρομερά πράγματα, διότι εν τω μεταξύ ο κ. καθηγητής τους τότε τους είχε εισαγάγει σε ένα παρόμοιο κλίμα κατασκευάζοντας δύο λευκά κελιά στην κυριολεξία μέσα στην κλινική για τους ανήσυχους ασθενείς. Τέτοιους ασθενείς δεν είδαν, διότι τέτοιους ασθενείς δεν είχαμε. Και όλοι ξέρανε ότι στην ουσία τέτοιοι ασθενείς είναι σπάνιοι. Αλλά ακόμη και αυτός ο ασθενής βοηθούμενος να περάσει την κρίση του, το παραλήρημα του, σε συνθήκες που να μην του πλήττουν την αξιοπρέπεια και το πρόσωπο, συμπεριφέρεται διαφορετικά. Τα μέτρα περιορισμού των ελευθεριών, που σήμερα μαζικά εφαρμόζονται σε ολόκληρο το ελληνικό ψυχιατρικό σύστημα κατά των ασθενών, αποτελούν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δεν νομιμοποιούνται με το αιτιολογικό της ασφάλειας για τον άρρωστο. Μια τέτοια διαμεσολάβηση της ψυχιατρικής περισσότερο καλλιεργεί, πυροδοτεί και γιγαντώνει ένα κλίμα απόρριψης του διαφορετικού παρά αποτελεί θεραπευτική διεργασία. «Θέλω να έρθω στο Κ.Ψ.Υ. για 6 μήνες», μου είπε ένας ειδικευόμενος ψυχίατρος «και μετά να πάω στην ψυχιατρική κλινική να δω τους οξείς ασθενείς». Και μένα καθήκον μου ήταν, να του διαλύσω αυτή την κατασκευή, αυτό το στερεότυπο. Έπρεπε να καταλάβει ότι είναι ο ίδιος άρρωστος, με τον οποίο αν δεν δουλέψει η κινητή μονάδα, το πρόγραμμα επισκέψεων κατ' οίκον και όλες οι δράσεις που έχουμε αναπτύξει στο Κ.Ψ.Υ., αυτός θα καταλήξει διεγερτικός, ανήσυχος και με εισαγγελική εντολή για νοσηλεία στην ψυχιατρική κλινική. Εκεί ενδεχομένως με την αιτιολογία της θεραπείας θα καθηλωθεί, θα απομονωθεί, θα χαρακτηριστεί ανήσυχος και επικίνδυνος. Ασφαλώς υπάρχει η ψυχοπαθολογία που μπορεί να διακινήσει επιθετική συμπεριφορά, αλλά αυτό είναι πολύ διαφορετικό από την κατασκευή του «επικίνδυνου». Ο διαχωρισμός, η επιλεκτικότητα, πρέπει να λείψουν πρώτα από την ψυχιατρική πράξη, αν θέλουμε να λείψουν απ' την κοινωνία. Η θεραπεία στην ψυχιατρική δεν μπορεί να περιλαμβάνει κατατάξεις, κατηγοριοποιήσεις, στιγματικές διαγνώσεις, βία και καταστολή αλλά επίγνωση του γεγονότος ότι και για τον πιο διαταραγμένο υπάρχει ένας δρόμος που τον οδηγεί στη συμβίωση με το σύνολο, μέσα στο σύνολο. Η ανίχνευση αυτού του δρόμου στα πλαίσια των δικαιωμάτων και των ελευθεριών είναι η θεραπεία. Αλλά, για να γίνει αυτό, πρέπει η ψυχιατρική να πάψει να αποτελεί θεραπαινίδα των φαρμακευτικών εταιριών και της κοινωνικής κανονικότητας. Πριν δυο-τρία χρόνια νοσηλεύαμε στο Θ.Ψ.Π.Χ. τη Μαρία, μια νέα κοπέλα περίπου 30 ετών, σχιζοφρενή. Ένα απόγευμα είχε μια επίσκεψη από τη μητέρα της η οποία της έδωσε 20€ για την εβδομάδα, και φεύγοντας η μάνα της, η Μαρία πήγε στο καφενείο, αγόρασε όλα της τα χρήματα φρέσκιες τυρόπιτες, πήγε στο θυρωρείο όπου σύχναζε μια αγέλη αδέσποτων σκύλων και τάισε τα αδέσποτα τυρόπιτες. Ο θυρωρός την είδε, ειδοποίησε τον νοσοκόμο απ' το περίπτερο και η Μαρία εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε στην απομόνωση. Στην κάρτα της ασθενούς εγράφη «ανήσυχη» και η συμπεριφορά της εισεπράχθη από το προσωπικό του τμήματος ως ακατανόητη. Την άλλη μέρα έλαβα γνώση του γεγονότος και κάλεσα τη Μαρία στο γραφείο για να τη δω και να συζητήσουμε. Είπαμε πολλά και όταν τη ρώτησα, γιατί Μαρία τάισες τις τυρόπιτες στα αδέσποτα μου απάντησε: Γιατί γιατρέ τα κακόμοιρα τα ζώα να τρώνε αποφάγια; Εγώ γέλασα και στη συνέχεια η Μαρία μου λέει: Όσο γνωρίζω τους ανθρώπους τόσο περισσότερο αγαπώ τα ζώα. Φροντίστε μην με φέρετε σε σημείο να αγαπώ μόνο τα ζώα. Η κουβέντα συνεχίστηκε με ενδιαφέρον και προς το τέλος η Μαρία μου λέει: Ξέρεις γιατρέ εγώ στεναχωριέμαι περισσότερο όταν βλέπω σκοτωμένο στο δρόμο ένα σκυλάκι από έναν άνθρωπο. Γιατί; της λέω. Γιατί γιατρέ σκέφτομαι, ο άνθρωπος κάτι θα έκανε, ενώ το ζωάκι; Αυτό το καημένο δεν βαρύνεται με το αδίκημα της λογικής!! Μην σας κουράσω. Όταν η συμπεριφορά της Μαρίας δεν θα καταγράφεται μόνο σαν σύμπτωμα κάποιας διαταραχής... Όταν κάθε διαφορετική συμπεριφορά δεν θα πολιτογραφείται ως ακατανόητη για να τονίζουμε ότι μόνο η δική μας είναι κατανοητή και ορθή.... Όταν σε κάθε σύμπτωμα δεν θα έχουμε έτοιμες απλοποιητικές νοσογραφικές απαντήσεις, αλλά θα το διαβάζουμε και ως ψυχικό βίωμα και ως τρόπο του υπάρχειν στον κόσμο ή γλώσσα και μηνύματα επικοινωνίας ή ευαισθησία ή υπαρξιακή ανάγκη ή χάσμα, τότε μόνο θα έχουμε ένα σύστημα ψυχιατρικής φροντίδας ιδεώδες και λειτουργούς ψυχικής υγείας που μπορεί να ξεχνούν καμιά φορά την ερώτηση αλλά πάντα θα ξέρουν την απάντηση, η οποία είναι: Ο άρρωστος άνθρωπος και οι ανάγκες του. Βεβαίως, πρέπει να είμαστε ανοιχτοί στις ιδέες. Άλλα προβλήματα θα εμφανιστούν στο νέο τοπίο. Τα φαινόμενα της περιστρεφόμενης πόρτας ή τα φαινόμενα νεοϊδρυματισμού και οι κίνδυνοι εκφυλισμού των στεγαστικών δομών σε ασυλικά κοινοτικά μορφώματα είναι προ των πυλών. Γι' αυτό ασεβείς στις ιδέες, αλλά με σεβασμό στις ανάγκες των ανθρώπων που πάσχουν ψυχικά, πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Όμως η υπέρβαση του Ασύλου και η αλλαγή του «ψυχιατρικού παραδείγματος» δεν ήταν μόνο εφικτή, αλλά και αναγκαία. Εκατοντάδες άνθρωποι έπρεπε να ξεφύγουν από την Ασυλική βαρβαρότητα. |
In 1999 the Greek government established, as a part of general mental health reform program, a legal framework (law 2716/99, article 12) that supports the setting up of social Co-operatives with Limited liability for the target group of mentally ill persons.